ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Μετοχή – Partizip |
---|---|---|---|
στέλνω στέλνεις στέλνει στέλνουμε στέλνετε στέλνουν | να στέλνω να στέλνεις να στέλνει να στέλνουμε να στέλνετε να στέλνουν | στέλνε στέλνετε | στέλνοντας |
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ – Imperfekt
Οριστική – Indikativ (continuum) | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έστελνα έστελνες έστελνε στέλναμε στέλνατε έστελναν | να έστελνα να έστελνες να έστελνε να στέλναμε να στέλνατε να έστελναν |
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur
Εξακολουθητικός – Continuum | Στιγμιαίος – Einmalig |
---|---|
θα στέλνω θα στέλνεις θα στέλνει θα στέλνουμε θα στέλνετε θα στέλνουν | θα στείλω θα στείλεις θα στείλει θα στείλουμε θα στείλετε θα στείλουν |
ΑΟΡΙΣΤΟΣ – Aorist
Οριστική – Indikativ (einmalig) | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Απαρέμφατο – infin. Form |
---|---|---|---|
έστειλα έστειλες έστειλε στείλαμε στείλατε έστειλαν | να στείλω να στείλεις να στείλει να στείλουμε να στείλετε να στείλουν | στείλε στείλτε | στείλει |
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ – Perfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έχω στείλει έχεις στείλει έχει στείλει έχουμε στείλει έχετε στείλει έχουν στείλει | να έχω στείλει να έχεις στείλει να έχει στείλει να έχουμε στείλει να έχετε στείλει να έχουν στείλει |
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ – Plusquamperfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
είχα στείλει είχες στείλει είχε στείλει είχαμε στείλει είχατε στείλει είχαν στείλει | να είχα στείλει να είχες στείλει να είχε στείλει να είχαμε στείλει να είχατε στείλει να είχαν στείλει |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur II
Υποτακτική – Konjunktiv |
---|
θα έχω στείλει θα έχεις στείλει θα έχει στείλει θα έχουμε στείλει θα έχετε στείλει θα έχουν στείλει |
Werbung