έρχομαι – kommen

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens

Οριστική – IndikativΥποτακτική – KonjunktivΜετοχή – Partizip
έρχομαι
έρχεσαι
έρχεται
ερχόμαστε
έρχεστε
έρχονται
να έρχομαι
να έρχεσαι
να έρχεται
να ερχόμαστε
να έρχεστε
να έρχονται
έρχοντας


ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ – Imperfekt

Οριστική – Indikativ (continuum)Υποτακτική – Konjunktiv
ερχόμουν
ερχόσουν
ερχόταν
ερχόμασταν
ερχόσασταν
έρχονταν
να ερχόμουν
να ερχόσουν
να ερχόταν
να ερχόμασταν
να ερχόσασταν
να έρχονταν


ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur

Εξακολουθητικός – Continuum Στιγμιαίος – Einmalig
θα έρχομαι
θα έρχεσαι
θα έρχεται
θα ερχόμαστε
θα έρχεστε
θα έρχονται
θα έρθω
θα έρθεις
θα έρθει
θα έρθουμε
θα έρθετε
θα έρθουν


ΑΟΡΙΣΤΟΣ – Aorist

Οριστική – Indikativ (einmalig)Υποτακτική – Konjunktiv Προστακτική – Imperativ Απαρέμφατο –
infin. Form
ήρθα
ήρθες
ήρθε
ήρθαμε
ήρθατε
ήρθαν
να έρθω
να έρθεις
να έρθει
να έρθουμε
να έρθετε
να έρθουν
έλα
ελάτε



έρθει





ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ – Perfekt

Οριστική – IndikativΥποτακτική – Konjunktiv
έχω έρθει
έχεις έρθει
έχει έρθει
έχουμε έρθει
έχετε έρθει
έχουν έρθει
να έχω έρθει
να έχεις έρθει
να έχει έρθει
να έχουμε έρθει
να έχετε έρθει
να έχουν έρθει


ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ – Plusquamperfekt

Οριστική – IndikativΥποτακτική – Konjunktiv
είχα έρθει
είχες έρθει
είχε έρθει
είχαμε έρθει
είχατε έρθει
είχαν έρθει
να είχα έρθει
να είχες έρθει
να είχε έρθει
να είχαμε έρθει
να είχατε έρθει
να είχαν έρθει


ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur II

Υποτακτική – Konjunktiv
θα έχω έρθει
θα έχεις έρθει
θα έχει έρθει
θα έχουμε έρθει
θα έχετε έρθει
θα έχουν έρθει
Werbung