ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Μετοχή – Partizip |
---|---|---|---|
περνάω περνάς περνάει περνάμε περνάτε περνάνε | να περνάω να περνάς να περνάει να περνάμε να περνάτε να περνάνε | πέρνα περνάτε | περνώντας |
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ – Imperfekt
Οριστική – Indikativ (continuum) | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
περνούσα περνούσες περνούσε περνούσαμε περνούσατε περνούσαν | να περνούσα να περνούσες να περνούσε να περνούσαμε να περνούσατε να περνούσαν |
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur
Εξακολουθητικός – Continuum | Στιγμιαίος – Einmalig |
---|---|
θα περνάω θα περνάς θα περνάει θα περνάμε θα περνάτε θα περνάνε | θα περάσω θα περάσεις θα περάσει θα περάσουμε θα περάσετε θα περάσουν |
ΑΟΡΙΣΤΟΣ – Aorist
Οριστική – Indikativ (einmalig) | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Απαρέμφατο – infin. Form |
---|---|---|---|
πέρασα πέρασες πέρασε περάσαμε περάσατε πέρασαν | να περάσω να περάσεις να περάσει να περάσουμε να περάσετε να περάσουν | πέρασε περάστε | περάσει |
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ – Perfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έχω περάσει έχεις περάσει έχει περάσει έχουμε περάσει έχετε περάσει έχουν περάσει | να έχω περάσει να έχεις περάσει να έχει περάσει να έχουμε περάσει να έχετε περάσει να έχουν περάσει |
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ – Plusquamperfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
είχα περάσει είχες περάσει είχε περάσει είχαμε περάσει είχατε περάσει είχαν περάσει | να είχα περάσει να είχες περάσει να είχε περάσει να είχαμε περάσει να είχατε περάσει να είχαν περάσει |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur II
Υποτακτική – Konjunktiv |
---|
θα έχω περάσει θα έχεις περάσει θα έχει περάσει θα έχουμε περάσει θα έχετε περάσει θα έχουν περάσει |
Werbung