ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Μετοχή – Partizip |
---|---|---|---|
παίρνω παίρνεις παίρνει παίρνουμε παίρνετε παίρνουν | να παίρνω να παίρνεις να παίρνει να παίρνουμε να παίρνετε να παίρνουν | παίρνε παίρνετε | παίρνοντας |
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ – Imperfekt
Οριστική – Indikativ (continuum) | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έπαιρνα έπαιρνες έπαιρνε παίρναμε παίρνατε έπαιρναν | να έπαιρνα να έπαιρνες να έπαιρνε να παίρναμε να παίρνατε να έπαιρναν |
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur
Εξακολουθητικός – Continuum | Στιγμιαίος – Einmalig |
---|---|
θα παίρνω θα παίρνεις θα παίρνει θα παίρνουμε θα παίρνετε θα παίρνουν | θα πάρω θα πάρεις θα πάρει θα πάρουμε θα πάρετε θα πάρουν |
ΑΟΡΙΣΤΟΣ – Aorist
Οριστική – Indikativ (einmalig) | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Απαρέμφατο – infin. Form |
---|---|---|---|
πήρα πήρες πήρε πήραμε πήρατε πήραν | να πάρω να πάρεις να πάρει να πάρουμε να πάρετε να πάρουν | πάρε πάρτε | πάρει |
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ – Perfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έχω πάρει έχεις πάρει έχει πάρει έχουμε πάρει έχετε πάρει έχουν πάρει | να έχω πάρει να έχεις πάρει να έχει πάρει να έχουμε πάρει να έχετε πάρει να έχουν πάρει |
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ – Plusquamperfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
είχα πάρει είχες πάρει είχε πάρει είχαμε πάρει είχατε πάρει είχαν πάρει | να είχα πάρει να είχες πάρει να είχε πάρει να είχαμε πάρει να είχατε πάρει να είχαν πάρει |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur II
Υποτακτική – Konjunktiv |
---|
θα έχω πάρει θα έχεις πάρει θα έχει πάρει θα έχουμε πάρει θα έχετε πάρει θα έχουν πάρει |
Werbung