ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Μετοχή – Partizip |
---|---|---|---|
επιβεβαιώνω επιβεβαιώνεις επιβεβαιώνει επιβεβαιώνουμε επιβεβαιώνετε επιβεβαιώνουν | να επιβεβαιώνω να επιβεβαιώνεις να επιβεβαιώνει να επιβεβαιώνουμε να επιβεβαιώνετε να επιβεβαιώνουν | επιβεβαίωνε επιβεβαιώνετε | επιβεβαιώνοντας |
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ – Imperfekt
Οριστική – Indikativ (continuum) | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
επιβεβαίωνα επιβεβαίωνες επιβεβαίωνε επιβεβαιώναμε επιβεβαιώνατε επιβεβαίωναν | να επιβεβαίωνα να επιβεβαίωνες να επιβεβαίωνε να επιβεβαιώναμε να επιβεβαιώνατε να επιβεβαίωναν |
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur
Εξακολουθητικός – Continuum | Στιγμιαίος – Einmalig |
---|---|
θα επιβεβαιώνω θα επιβεβαιώνεις θα επιβεβαιώνει θα επιβεβαιώνουμε θα επιβεβαιώνετε θα επιβεβαιώνουν | θα επιβεβαιώσω θα επιβεβαιώσεις θα επιβεβαιώσει θα επιβεβαιώσουμε θα επιβεβαιώσετε θα επιβεβαιώσουν |
ΑΟΡΙΣΤΟΣ – Aorist
Οριστική – Indikativ (einmalig) | Υποτακτική – Konjunktiv | Προστακτική – Imperativ | Απαρέμφατο – infin. Form |
---|---|---|---|
επιβεβαίωσα επιβεβαίωσες επιβεβαίωσε επιβεβαιώσαμε επιβεβαιώσατε επιβεβαίωσαν | να επιβεβαιώσω να επιβεβαιώσεις να επιβεβαιώσει να επιβεβαιώσουμε να επιβεβαιώσετε να επιβεβαιώσουν | επιβεβαίωσε επιβεβαιώστε | επιβεβαιώσει |
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ – Perfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
έχω επιβεβαιώσει έχεις επιβεβαιώσει έχει επιβεβαιώσει έχουμε επιβεβαιώσει έχετε επιβεβαιώσει έχουν επιβεβαιώσει | να έχω επιβεβαιώσει να έχεις επιβεβαιώσει να έχει επιβεβαιώσει να έχουμε επιβεβαιώσει να έχετε επιβεβαιώσει να έχουν επιβεβαιώσει |
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ – Plusquamperfekt
Οριστική – Indikativ | Υποτακτική – Konjunktiv |
---|---|
είχα επιβεβαιώσει είχες επιβεβαιώσει είχε επιβεβαιώσει είχαμε επιβεβαιώσει είχατε επιβεβαιώσει είχαν επιβεβαιώσει | να είχα επιβεβαιώσει να είχες επιβεβαιώσει να είχε επιβεβαιώσει να είχαμε επιβεβαιώσει να είχατε επιβεβαιώσει να είχαν επιβεβαιώσει |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ – Futur II
Υποτακτική – Konjunktiv |
---|
θα έχω επιβεβαιώσει θα έχεις επιβεβαιώσει θα έχει επιβεβαιώσει θα έχουμε επιβεβαιώσει θα έχετε επιβεβαιώσει θα έχουν επιβεβαιώσει |
Werbung